υδατομιγής

υδατομιγής
sulu, suyla karışık

Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • υδατομιγής — ές, Ν αναμεμιγμένος με νερό, νερωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ύδωρ, ύδατος + μιγής (< μ[ε]ίγνυμι), πρβλ. ασβεστο μιγής] …   Dictionary of Greek

  • υδατόμικτος — η, ο / ὑδατόμ(ε)ικτος, ον, ΝΜ υδατομιγής. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕδωρ, ὕδατος + μ(ε)ικτος (< μικτός < μ[ε]ίγνυμι), πρβλ. θηρό μικτος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”